Του Θανάση Νικολαΐδη
ΣΠΟΥΔΑΣΕ μαθηματικός, κοντεύει να βγει στη σύνταξη και «την έβγαλε» αραχτός στο (δημόσιο) γυμνάσιο. Ανώδυνα και με τη δυσκολία συμπυκνωμένη στις… εξισώσεις πρώτου βαθμού.
Και ήταν πάρεργο το σχολείο. Το επάγγελμα που άσκησε με «ζήλο» και άμεσο ανταποδοτικό όφελος ήταν το μαγαζί (στο όνομα της γυναίκας του). Άνοιγε το πρωί σαν γνήσιος μαγαζάτορας, σκούπιζε την είσοδο, ταχτοποιούσε τη βιτρίνα και περίμενε τον πελάτη. Πολλές οι ώρες στο μαγαζί, ελάχιστες στο σχολείο και η ζωή κυλούσε (κυλάει). Με την προσφορά του στην εκπαίδευση (δυσκολία επιπέδου, το πολύ, τρίτης γυμνασίου) και στο… έθνος. Ποτέ αίτηση για λύκειο, ούτε σκέψη για «αναβάθμιση» (με τέτοιο δάσκαλο πώς φτιάχνεις παιδεία;).